Στο φετινό πρόγραμμα συμμετέχουν τα σχολεία:
ΙΔ. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΑΥΓΟΥΛΕΑ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ (1ο και 2ο Δ.Σ)
2o Δ.Σ.ΑΓ.Ι.ΡΕΝΤΗ «ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ»
3ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ
10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ
6ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΓΑΛΕΩ
1ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
5ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ
2ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΧΟΛΑΡΓΟΥ
3ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΧΟΛΑΡΓΟΥ
4ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΛΥΒΙΩΝ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΔΕΛΕ (ΡΕΘΥΜΝΟ)
1/Θ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΒΟΥΡΓΑΡΕΛΙΟΥ ΑΡΤΑΣ
7ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ Ν.ΙΩΝΙΑΣ - ΜΕΛΙΣΣΙΑΤΙΚΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΞΗΡΟΛΙΜΝΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ
ΚΣΤ΄ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

1. Αυτά που μας ενώνουν...
Μια παρέα παιδιών παραθερίζει σε νησί του ανατολικού Αιγαίου και με αμηχανία παρακολουθεί την έλευση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων όλων των ηλικιών. Το σκηνικό είναι οξύμωρο: από τη μία παραθεριστές που απολαμβάνουν την άνεση και την πολυτέλεια του να βρίσκονται κάπου διακοπές και από την άλλη άνθρωποι κυνηγημένοι και ταλαιπωρημέ-νοι. Τα παιδιά με την αθωότητα που τα διακρίνει δοκιμάζουν κάποια στιγμή να πλησιάσουν συνομήλικά τους προσφυγόπουλα και αρχίζουν να κάνουν παρέα, όπως πολύ εύκολα και άνετα μπορούν να το κάνουν αυτό τα παιδιά. Μέσα από την παρέα και το παιχνίδι μαθαίνουν και βιώνουν τη φρίκη που έχουν περάσει οι καινούριοι φίλοι τους, αλλά έρχονται και πιο κοντά ανταλλάσσοντας πολιτισμικά στοιχεία. Έτσι καταλαβαίνουν ότι τίποτα πραγματικά δε χωρίζει τους ανθρώπους αν αυτοί δεν το επιθυμούν και κάνουν προσπάθειες να βοηθήσουν τους καινούριους τους φίλους στην καινούρια τους ζωή.

3. DEN, o σκύλος που έγινε ήρωας
Ο ήλιος έκαιγε τόσο πολύ. Η ζέστη ήταν ανυπόφορη. Ο Den κοιμόταν αμέριμνος. Τον είχε πάρει ο ύπνος στο δροσερό γρασίδι.
Οι φωνές των σκυλιών τον ξύπνησαν άλλη μια φορά. Δεν ήταν για παιχνίδι. Άλλες ήταν σπαρακτικές, άλλες λυπημένες. Οι περισσότερες καλούσαν σε βοήθεια. Δεν ήξερε τι να κάνει. Τα πράγματα ήταν σοβαρά. Έτρεξε για βοήθεια. Σε ποιον να απευθυνθεί; Οι φίλοι του βασανίζονται για άλλη μια φορά. Από ποιον; Από άπονους, άκαρδους ανθρώπους.
Εκεί που έτρεχε φρέναρε απότομα. Είδε έναν άνδρα ρακένδυτο με γκριζωπό μούσι . Μέχρι εδώ όλα καλά. Του έκανε τρομερή εντύπωση το γεγονός ότι στην άκρη των τριχών από το μούσι κρεμόταν μια επιγραφή. «Ο σοφός γέροντας του δάσους» έγραφε.
Ο γέροντας βλέποντας τον Den λαχανιασμένο κατάλαβε ότι είχε ανάγκη από βοήθεια. «Ό,τι ψάχνεις νεαρέ σε μένα θα το βρεις» είπε στον Den. Ο Den δεν έχασε χρόνο. «Οι φίλοι μου βασανίζονται και δεν ξέρω πώς να τους βοηθήσω». Ο σοφός γέροντας του ζήτησε να τον ακολουθήσει στο εργαστήριό του βαθιά στο δάσος.
« Η λύση στο πρόβλημά σου είναι το μαγικό μου κολάρο. Μόλις το φορέσεις με το πάτημα ενός κουμπιού θα γίνεις άνθρωπος. Έπειτα είναι στο χέρι σου να πείσεις τους όλους αυτούς που δε σέβονται τα ζώα να αλλάξουν, να καταλάβουν ότι στη Γη μας όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έχουν δικαίωμα στη ζωή. Προσοχή όμως υπάρχει και δεύτερο κουμπί. Αν το πατήσεις τότε η μεταμόρφωσή σου θα είναι μόνιμη. Έχεις επιλογή να ξαναγίνεις σκύλος ή να μείνεις για πάντα άνθρωπος. Η επιλογή είναι δική σου».
Φεύγοντας ο Den ευχαρίστησε το σοφό γέροντα. Ανυπομονούσε να πατήσει το κουμπί. Δεν σκέφτηκε κανένα κίνδυνο. Είχε μια αποστολή. Να βοηθήσει όλα τα ζώα.
Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη σκέψη του και πάτησε το κουμπί. Μεταμορφώθηκε. Έτρεχε πλέον χρησιμοποιώντας τα δυο του πόδια. Η αποστολή του ξεκίνησε…

5. Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι του παλιού αγροκτήματος.
Πριν από αρκετά χρόνια , σε κάποιο παλιό αγρόκτημα ζούσε μια οικογένεια. Ήταν πολύ ευτυχισμένη. Καλλιεργούσε τα χωράφια, είχε και εξέτρεφε ζώα. Στον ελεύθερο χρόνο τους όλοι ασχολούνταν με το διάβασμα, τη μουσική, τη ζωγραφική…
Όλο το αγρόκτημα ήταν γεμάτο με υπέροχα, αρωματικά και πολύχρωμα λουλούδια. Όποιος περνούσε από εκεί, στεκόταν και παρατηρούσε τα λουλούδια. Αν ήθελε αγόραζε μερικά και άφηνε χρήματα στις κόρες της οικογένειας οι οποίες ασχολούνταν περισσότερο με αυτά.
Σε όλους άρεσε να ασχολούνται με τα φυτά και τα ζώα και τα φρόντιζαν καθημερινά. Δεν τους ένοιαζε που ζούσαν μακριά από τις μεγάλες πολιτείες. Τους έφτανε που ήταν μαζί και ζούσαν ευτυχισμένα.
Μια μέρα πέρασε από εκεί ένας πολύ κακός άνθρωπος. Ζήλεψε την ευτυχία τους. Είδε ότι ήταν πολύ αγαπημένοι, εργατικοί και φιλότιμοι. Τους μίσησε και σκέφτηκε να τους κάνει κακό. «Τώρα θα δείτε!» μονολόγησε. Έβγαλε από το σακίδιό του μια κίτρινη σκόνη. Έκανε ένα γύρο στο αγρόκτημα και έριξε παντού τη θανατηφόρα σκόνη. Όταν οι άνθρωποι του αγροκτήματος ήρθαν αντιμέτωποι με το σκηνικό της καταστροφής στεναχωρήθηκαν και ένιωσαν απελπισμένοι.
Όμως τότε εμφανίστηκε κάποιος περαστικός. Τους ενημέρωσε ότι αυτό το έκανε κάποιος κακός άνθρωπος που ζήλεψε την ευτυχία τους. «Σας έχω μια λύση!» τους είπε. «Να πάτε σύντομα στο Παραδεισένιο δάσος. Εκεί , αφού ψάξετε καλά , θα βρείτε το μοβ λουλούδι και με το τσάι του θα ψεκάσετε όλο το αγρόκτημα. Όλα θα γίνουν όπως πρώτα!»
Οι γονείς αποφάσισαν να κάνουν αυτό που τους συμβούλευσε ο γέρος. Οργάνωσαν την επίσκεψή τους στο Παραδεισένιο δάσος. Άραγε θα τα καταφέρουν;

7. Ταξίδια μαγικά.
Το σχέδιο το πρότεινε η Σοφία και έγινε αποδεκτό από όλους.
-Θα μπει σε εφαρμογή απόψε, αφού τελείωσε η μελέτη και έγιναν με επιτυχία και τα δύο πειράματα, είπε η Μαριάννα κι έριξε μια ματιά στο ρολόι της. Ύστερα κοίταξε τον ήλιο ψηλά… Έπρεπε να βιαστούν.
-Κι όπως είπαμε, το εργαστήρι απόψε θα μεταφερθεί στο παλιό εργοστάσιο του παππού. Απόψε κιόλας θα ψάξω να βρω το κλειδί, είπε ο Νικόλας συνωμοτικά.
Η Σοφία τίναξε τα μαλλιά της πίσω και κοίταξε και τους φίλους της. Ένιωθε ότι αφού αυτή έκανε την πρόταση, αυτή είχε και τη μεγαλύτερη ευθύνη. Κι αν κάτι πήγαινε στραβά; Όχι δε γίνεται μια τέτοια στιγμή για αρνητικές σκέψεις. Εξάλλου, το είχανε δοκιμάσει πρώτα στην κούκλα της την Πατ. Η Πατ επέστρεψε σώα και αβλαβής. Την εμπειρία της Πατ ακλούθησε ο σκύλος της Μαριάννας ο Μπλακ. Ήξεραν ότι δεν ήταν σωστό να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή του Μπλακ, αλλά μπροστά στην σκυλίσια ζωή η ανθρώπινη θεωρείται λιγάκι, όχι πολύ, λιγάκι πιο σημαντική.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, το σπουδαίο είναι ότι ΚΑΙ ο Μπλακ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ. Άρα απόψε που θα βάλουν σε εφαρμογή το σχέδιο τους δεν θα διατρέχουν κίνδυνο!
Ανακεφαλαίωσαν ακόμα μια φορά το σχέδιο δράσης κι ύστερα πήραν το δρόμο για το σπίτι τους. Ήδη είχαν καθυστερήσει κάποια λεπτά κι αυτό θα έβαζε σε υποψία τους γονείς τους.
Στο σπίτι θα είχαν μπόλικο χρόνο να ξεκουραστούν και να πάρουν μια ανάσα. Μέχρι τις εφτάμισι το βραδάκι που θα δικαιούνταν να βγουν και πάλι έξω θα είχαν μπόλικο χρόνο να αναθεωρήσουν το σχέδιό τους. Το σχέδιο θα έμπαινε σε εφαρμογή στις εννέα το βράδυ. Θα αντάμωναν και οι τρεις κοντά στο σχολείο.
(Κάπως έτσι θα ξεκινάει η ιστορία μας. Τα παιδιά έχουν ανακαλύψει με ποιο τρόπο θα ταξιδέψουν με μεγαλύτερη ταχύτητα από την ταχύτητα του φωτός και έτσι θα μπορέσουν να ταξιδέψουν στο παρελθόν. Θα ζήσουν σε όποια χρονική στιγμή θέλουν και θα συναντήσουν όποιο πρόσωπο επιθυμούν από το παρελθόν. Ίσως ιστορικό πρόσωπο….ότι επιθυμεί η κάθε τάξη.)

2. Ο παράξενος γείτονας
Τέσσερα παιδιά, η μεγαλύτερη αδερφή η Χριστίνα, τα δίδυμα αγόρια ο Σπύρος και ο Γιάννης και η μικρούλα Φωτεινή, μετακομίζουν μαζί με τη μητέρα τους σε ένα απόκρημνο ψαροχώρι, το οποίο δεν υπάρχει στον χάρτη. Ο πατέρας των παιδιών είχε χαθεί μυστηριωδώς στην ερημιά πριν από αρκετό καιρό. Αυτό που δεν αρέσει στη μητέρα των παιδιών, την κυρία Αριστέα Κουζολίδη είναι ότι τα τέσσερα παιδιά της είναι σκανδαλιάρικα και θα προκαλέσουν πολλούς μπελάδες στην ήρεμη ζωή του χωριού. Η οικογένεια εγκαθίσταται σε μια όχι και τόσο μεγάλη αγροικία, η οποία ήταν αρκετά παλιά. Το σπίτι βρίσκεται μέσα σε ένα δάσος, όπου συχνά πέφτει πυκνή ομίχλη. Επειδή τα τέσσερα παιδιά με τη μητέρα τους μετακόμισαν στα περίχωρα του χωριού έχουν μόνο έναν γείτονα, ο οποίος έχει μεγάλα μούσια και σπάνια βγαίνει από το σπίτι του. Τα παιδιά συχνά παρακολουθούν το γειτονικό σπίτι από όπου συνεχώς ακούγονται θόρυβοι.
Μια μέρα βλέπουν τον περίεργο γείτονα μέσα από το παράθυρο του σπιτιού τους να τσεκουρίζει κάτι. Και τα τέσσερα παιδιά όλο περιέργεια πηγαίνουν από κοντά να δουν τι γίνεται. Μόλις περνούν το φράχτη του , μια καταπακτή ανοίγει μπροστά τους και φανερώνονται κάτι σκαλιά. Αφού κρατά ο ένας το χέρι του άλλου, αποφασίζουν να κατέβουν τα σκαλιά. Η πόρτα πίσω τους κλείνει και κλειδώνει ερμητικά! Μετά από ατέλειωτες περιπέτειες σε σπηλιές, παγίδες και ανεξήγητα πράγματα, αποκαλύπτουν την ταυτότητα του γείτονα και τις περίεργες συνήθειές του…

4. Το άπατο πηγάδι
Ο Αλβέρτος, η Κοραλία, η Ηλέκτρα, ο Παν και ο Βαρθολομαίος το πρόβατο φτάνουν αμέριμνα στο Πράσινο Πάρκο για να παίξουν. Πίσω από μια συστάδα δέντρων, κάτω από ξερές κληματσίδες- που ένας Θεός ξέρει πώς βρέθηκαν εκεί-, ανακαλύπτουν τυχαία ένα πηγάδι που κανείς τους δεν είχε ξαναδεί.
Η Κοραλία σκέφτεται να ρίξουν ένα κέρμα, όπως παλιά με τα συντριβάνια, για να πραγματοποιηθεί μια ευχή τους. Μα μόλις ο Παν ρίχνει ένα κέρμα μέσα στο πηγάδι, το νερό, με κάποιο ανεξήγητο, μαγικό τρόπο εξαφανίζεται.
Ξάφνου η Ηλέκτρα θυμάται και αφηγείται ένα μύθο που είχε ακούσει από την προγιαγιά της σύμφωνα με τον οποίο υπήρχε ένα μαγικό, άπατο πηγάδι που άνοιγε πύλες για άλλους κόσμους και εποχές… Ενθουσιασμένα όλα τα παιδιά, με πρώτο και καλύτερο τον Αλβέρτο, τον πιο ατρόμητο της παρέας, αποφασίζουν χωρίς δεύτερη σκέψη να το εξερευνήσουν για να βιώσουν εξωπραγματικές περιπέτειες.
Ο Βαρθολομαίος το πρόβατο φοβάται και δαγκώνει το παντελόνι του Παν. Στο τέλος, τρέμοντας και μόνο στην ιδέα να μείνει μόνος του, με βαριά καρδιά, υποχωρεί κι ακολουθεί την παρέα.
Τα παιδιά σκύβουν προς το πηγάδι και, κοιτώντας προσεχτικά, βλέπουν μια σκάλα έτοιμη να τους οδηγήσει προς τα κάτω. Κατεβαίνοντας λίγο πιο χαμηλά, αντικρίζουν μία βαριά, ξυλόγλυπτη, με χρυσό πόμολο πόρτα, στο τοίχωμα του πηγαδιού. Ο Παν βλέπει να λαμπυρίζει , στο λαιμό του Βαρθολομαίου κρεμασμένο, ένα παλαιϊκό κλειδί. Αμέσως το αρπάζει και, χωρίς να χάσει χρόνο, ξεκλειδώνει την πόρτα. Μπροστά τους εμφανίζεται μια παράξενη χώρα και….τότε ακριβώς αρχίζουν οι εκπληκτικές περιπέτειές τους…

6. O Μαγικός κόσμος της Λουσίντα.
Μια φορά κι έναν καιρό σε έναν ασυνήθιστο πλανήτη με το όνομα Ματζιτάριους, στην χώρα της Μαγείας κοντά σε ένα δάσος, ζούσε η μικρή Λουσίντα. Η μικρή Λουσίντα κατοικούσε μαζί με τους γονείς της και την αδερφή της Μιράντα. Η αγαπημένη ασχολία της Λουσίντα, μιας και ήταν πολύ μικρή σε ηλικία, ήταν να πηγαίνει βόλτες στο δάσος και να παίζει με την Μιράντα. Κάθε πρωί αφού έτρωγε πρωινό ντυνόνταν γρήγορα και περίμενε την Μιράντα για την καθιερωμένη βόλτα στο δάσος. Η Λουσίντα ένιωθε πάντοτε ότι το δάσος την περίμενε.
Αυτό το δάσος, έκρυβε πολλές εκπλήξεις μέσα του και μία από τις σημαντικότερες ήταν η μαγεία. Μικρά ξωτικά έχοντας κρυμμένη μαγεία μέσα σε ένα “ χρυσό σακί”, ζωντάνευαν κάθε άψυχο πλάσμα και ταυτόχρονα σκόρπιζαν χαρά στα ζωντανά πλάσματα του δάσους. Τα ξωτικά ήταν μικρόσωμα και γεματούτσικα, είχαν μεγάλα μάτια, μυτερά αυτιά και τα μαλλιά τους ήταν καφέ με ροζ βούλες. Φορούσαν πορτοκαλί παντελονάκια και πράσινα μπλουζάκια. Η διάθεση τους ήταν χαρούμενη και έκαναν όλα τα πλάσματα του δάσους να γελούν. Τα ξωτικά έφτιαχναν τα σπιτάκια τους ανάμεσα στις φυλλωσιές των δέντρων για να μην τους καταλαβαίνουν οι άνθρωποι. Ήταν φτιαγμένα από ξύλο και γύρω από αυτά υπήρχαν λουλούδια που τα χρώματα τους συμβόλιζαν : μαγεία , αγάπη , ειρήνη , χαρά. Έτσι όλοι οι άνθρωποι ένιωθαν όλα αυτά τα συναισθήματα όταν έκαναν τις βόλτες τους στο δάσος , όπως η Λουσίντα .
Η Λουσίντα καθώς μεγάλωνε οι βόλτες στο δάσος περιορίζονταν. Τότε μια συννεφιασμένη νύχτα ονειρεύτηκε ότι κάποια ξωτικά της είπαν ότι θα είναι ο νέος διάδοχος της Μαγείας.

8. Mια βαλίτσα όνειρα.
Ένα σχολείο πηγαίνει εκδρομή και βλέπει σε ένα μουσείο μια ονειροπαγίδα. Ο ξεναγός ψιθυριστά τους λέει ότι παλιά κρεμούσαν αυτό το αντικείμενο πάνω από τα κρεβάτια τους για να πιάνουν τα καλά όνειρα. Όταν τα παιδιά ρωτάνε τι είναι τα όνειρα, κανείς δεν ξέρει τι να τους απαντήσει. Τελικά η δασκάλα τους τούς στέλνει στη βιβλιοθήκη. Ψάχνοντας στα βιβλία να δουν τι είναι τα όνειρα, ένα μικρό ονειράκι πέφτει από ένα βιβλίο μέσα στο οποίο είχε κρυφτεί και τους αποκαλύπτει τα πάντα. Τα όνειρα βρίσκονται εγκλωβισμένα στην Ονειροχώρα. Ο Εφιάλτης έχει κηρύξει δικτατορία και δεν τα αφήνει να φύγουν. Αυτό το ονειράκι είναι το μόνο που κατάφερε να ξεφύγει και θα δείξει στα παιδιά το δρόμο για την Ονειροχώρα. Πώς θα ταξιδέψουν; Με τρένο; Με αεροπλάνο; Όχι βέβαια! Θα ταξιδέψουν με τον…ύπνο. Περνάνε από την Πύλη (την ονειροπαγίδα), κοιμούνται και τσουπ! Να τους στην Ονειροχώρα! Εκεί μαθαίνουν ότι ο Εφιάλτης ήταν πολύ μικρός στην αρχή αλλά μεγάλωνε κάθε φορά που κάποιο παιδί σταματούσε να ονειρεύεται. Όταν κηρύχτηκε Πόλεμος σε κάποια χώρα κάπου στη Γη, ο Εφιάλτης έγινε τεράστιος γιατί πολλά παιδιά σταμάτησαν να ονειρεύονται. Τότε ο Εφιάλτης πήγε στην Ονειροχώρα και φυλάκισε όσα όνειρα βρήκε εκεί. Τα Όνειρα είναι ελευθερία γι’ αυτό ο Εφιάλτης τα εμποδίζει να φύγουν. Έχει συνεργαστεί με τον Πόλεμο και για να συνεχίσει ο Πόλεμος να υπάρχει δεν πρέπει ποτέ κανείς να ονειρευτεί μια ζωή χωρίς Πόλεμο. Γιατί αν έστω κι ένας ονειρευτεί έναν καλύτερο κόσμο μπορεί και να προσπαθήσει να τον φτιάξει…Τα παιδιά προσπαθούν πολύ, πιάνονται χέρι χέρι και προσπαθούν να ονειρευτούν κάτι πολύ μικρό. Με κάθε όνειρο, έστω και μικρό, ο Εφιάλτης μικραίνει, συρρικώνενται και τελικά εξαφανίζεται. Τα παιδιά γεμίζουν γρήγορα γρήγορα μια βαλίτσα με όνειρα και τα στέλνουν στα παιδιά της χώρας του Πολέμου. Κι εκείνα αρχίζουν πάλι να ονειρεύονται και να προσπαθούν να φτιάξουν τον κόσμο που ονειρεύτηκαν….

10. Η ζώνη της Αναγέννησης

10. Η ζώνη της Αναγέννησης

9. Το νησί του Ζαχαρία Μάλντεν
Ο μικρός Ζαχαρίας Μάλντεν, μισός Έλληνας και μισός Άγγλος, προέρχεται από επιχειρηματική οικογένεια. Ζει σε μια πολυτελέστατη έπαυλη της Αθήνας, από αυτές που βλέπει κανείς μόνο στις ταινίες και από μικρός μεγαλώνει στα πλούτη και τις ανέσεις. Με το πιάνο του… με τα γαλλικά του… έχει μέχρι και προσωπικό σοφέρ! Μεγαλώνει, σπουδάζει και ολοκληρώνει τις σπουδές του στην ιατρική. Το επάγγελμα όμως του γιατρού, δεν είναι γι’ αυτόν ευκαιρία να αποκτήσει χρήματα - είχε βλέπετε αρκετά από τους γονείς του - αλλά αφορμή για να ταξιδέψει σε όλον τον κόσμο. Ευαίσθητος, γλυκός, αλλά και διψασμένος για εμπειρίες, θα προσφέρει τις υπηρεσίες του σε άρρωστα, πεινασμένα και πληγωμένα παιδιά και μεγάλους στο Λουμπουμπάσι του Κονγκό, στην εμπόλεμη Συρία και σε άλλες περιοχές. Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα ιδανικό και οι περιπέτειες ατελείωτες. Θα απαχθεί από βεδουίνους, θα αντιμετωπίσει επικίνδυνα πλάσματα και δύσκολες καιρικές συνθήκες. Εκείνος όμως αγωνίζεται… Αυτό που του μένει μετά από λίγα χρόνια, είναι ένα ημερολόγιο και μια βαλίτσα με ενθύμια-δώρα από τους ασθενείς του. Είναι μικρής αξίας, όλα όμως σε σχήμα τριγώνου! Περίεργα πράγματα… Με έναν μυστηριώδη τρόπο - ακόμη και το ίδιο του το όνομα - όλα θα τον οδηγήσουν στη νήσο «Μάλντεν». Στην πραγματικότητα, σήμερα το νησί αυτό είναι ακατοίκητο, βρίσκεται κάπου στον Ειρηνικό Ωκεανό και έχει τριγωνικό σχήμα!. Ανήκει στη χώρα του Κιριμπάτι και είναι προστατευμένη περιοχή για θαλάσσια πτηνά. Το όνομά του Ζαχαρία Μάλντεν γίνεται γνωστό παντού και θα του δοθεί ειδική άδεια για να χτίσει ένα νοσοκομείο, αρκεί να σεβαστεί τη φύση. Το νοσοκομείο, που φτιάχνεται με χρήματα από την οικογένειά του και από δωρεές, είναι μια αγκαλιά για όλους τους πονεμένους. Το νησί Μάλντεν, πλέον κατοικείται και σε αυτό ζουν αρμονικά όλα τα πλάσματα της φύσης.

12. Άσπρα καράβια τα όνειρά μας

12. Άσπρα καράβια τα όνειρά μας
Τέσσερα παιδιά, η Μαρία, ο Δημήτρης, ο Τζούλιο και η Βαλεντίνα, διαφορετικής οικονομικής επιφάνειας και εθνικότητας γνωρίζονται σε μια συνοικία της Αθήνας, μιας Αθήνας που μαστίζεται από την οικονομική κρίση, τη φτώχεια, την ανεργία, τους άστεγους και τους πρόσφυγες. Η ζωή τους αλλάζει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη. Όλα φαίνονται μαύρα μα στις παιδικές ψυχές υπάρχουν κρυμμένες η δύναμη, η αγάπη, η φαντασία, η φιλία που θα μεταμορφώσουν τα μαύρα όνειρα σε άσπρα καράβια έτοιμα να πετάξουν στο ανοιχτό πέλαγος, στη χώρα του ονείρου και του παραμυθιού και ποιος ξέρει στη χώρα που όλα γίνονται αρκεί να το θέλουμε και να παλεύουμε γι’ αυτό!

13. Όλος ο κόσμος μια παρέα.
Παιδιά από διαφορετικές χώρες, από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη, συναντιούνται σε μια καλοκαιρινή κατασκήνωση σε ένα ελληνικό νησί. Γνωρίζονται και γίνονται οι καλύτεροι φίλοι. Σύντομα, παρά τις ξένοιαστες στιγμές, αντιλαμβάνονται την ύπαρξη ενός μυστικού που περιβάλλει την κατασκήνωση και ταυτόχρονα τις τραγικές εξελίξεις στην άλλη πλευρά του νησιού.
Οι μικροί μας φίλοι εμπλέκονται στη λύση ενός μυστηρίου άθελά τους. Τι θα γίνει όταν αποκαλυφθεί η αλήθεια; Πώς αυτό θα τους επηρεάσει; Τι σχέση έχει άραγε το μυστήριο της κατασκήνωσης με τις εξελίξεις που αφορούν τις ζωές ανθρώπων στην άλλη πλευρά του νησιού;

14. Το μυστικό πέρασμα.
Ήταν μια σκοτεινή Δευτέρα καλυμμένη με τα σύννεφα του Νοεμβρίου. Πήγα με τους φίλους μου πιο νωρίς στο σχολείο, για να ξεκινήσουμε μια εργασία. Ο Νίκος, η Κατερίνα, η Σοφία και εγώ μπήκαμε στο σχολείο και πήγαμε κατευθείαν προς τις βρύσες, το μέρος που συχνάζαμε.
Ξαφνικά είδαμε τη δασκάλα μας να περνάει μέσα από ένα άνοιγμα στον τοίχο, στην απαγορευμένη αυλή του σχολείου. Στην αυλή αυτή δεν έμπαινε ποτέ κανείς … το γιατί δεν το γνωρίζαμε. Είχε ακουστεί πως κάποτε τέσσερα παιδιά εξαφανίστηκαν από αυτήν την αυλή. Αλλά σιγά … αυτά ήταν παραμύθια!
Η δασκάλα μας χάθηκε πίσω από τον τοίχο. Η περιέργειά μας, όπως και η αναστάτωσή μας είχαν «χτυπήσει κόκκινο».
Κατευθυνθήκαμε στον τοίχο μέσα από τον οποίο είχε χαθεί η δασκάλα μας. Η Κατερίνα ακούμπησε κατά λάθος σ΄ ένα τούβλο και μπροστά στα μάτια μας εμφανίστηκε ένα άνοιγμα.
Κοιταχτήκαμε στα μάτια και συνεννοηθήκαμε! Ένας ένας με τη σειρά περάσαμε μέσα στο άνοιγμα και μ’ έναν απαλό ήχο το άνοιγμα έκλεισε πίσω μας. Η αλήθεια να λέγεται! Φοβηθήκαμε!
Ένα απαλό φως υπήρχε παντού. Από ένα στενό σχετικά διάδρομο βρεθήκαμε σε μια μακρόστενη αίθουσα που θύμιζε μουσείο! Προθήκες παντού και εκθέματα παράξενα σχολικά αντικείμενα. Στο τέλος της αίθουσας ήταν ένας φωτεινός στρόβιλος που οδηγούσε σ΄ένα παράλληλο σύμπαν! Και πώς το ξέραμε; Μα υπήρχε μια τεράστια ταμπέλα που έλεγε: ΠΡΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΣΥΜΠΑΝ.
Το παράλληλο σύμπαν, όπως είχαμε διαβάσει σε διάφορα βιβλία, είναι ένας κόσμος παρόμοιος με το δικό μας και σ’ αυτόν μπορείς να εισέλθεις μόνο μέσα από μια μαύρη τρύπα. Ή μήπως όχι; Σ’ αυτήν την περίπτωση η τρύπα είχε εξασθενήσει πριν καν η Γη δημιουργηθεί και είχε μετατραπεί σε πύλη.
Δε χρειάστηκε καν να κοιταχτούμε στα μάτια αυτή τη φορά. Κατευθυνθήκαμε όλοι μαζί προς το στρόβιλο. Ένας εκκωφαντικός θόρυβος και άπειρα χρώματα μας έκαναν να κλείσουμε τα μάτια και τ’ αυτιά μας. Όταν σταμάτησαν όλα, είδαμε έναν κόσμο που χρειαζόταν βοήθεια. Οι άνθρωποι ήταν χλωμοί, ρακένδυτοι και οστεώδεις. Η ατμόσφαιρα γύρω είχε ένα χρώμα πορφυρό και ανατριχιαστικό. Δεν κυκλοφορούσε κανείς, δεν υπήρχε ψυχή «ζώσα» … όλοι αμίλητοι φαίνονταν πως «κάτι» περίμεναν. Γύρω μας σπίτια ρημαγμένα και κάτι που έμοιαζε με εργοστάσιο. Μπήκαμε μέσα. Παιδιά της ηλικίας μας ( ήταν πράγματι παιδιά αφού το πρόσωπό τους ήταν τόσο μα τόσο γερασμένο; ) δούλευαν κάτω αντίξοες συνθήκες για μια μπουκιά ψωμί.
Ξαφνικά κάποιος μας φώναξε απειλητικά. Αρχίσαμε να τρέχουμε …
Είχαμε τρομάξει πολύ! Για το σχολείο είχαμε ξεκινήσει το πρωί και πού βρεθήκαμε! Και η δασκάλα μας; Πού είχε πάει; Αν την βρίσκαμε, ίσως και να βρίσκαμε κάποια άκρη …
Βρισκόμαστε στην παλιά πόλη του Ρέθυμνου. Μια παρέα παιδιών βρίσκεται στον προαύλιο χώρο ενός μουσείου Ιστορίας της Τέχνης. Μαζεύονται εκεί τα απογεύματα και παίζουν. Ο φύλακας του μουσείου, ο κύριος Στάθης, φίλος των παιδιών, τους επιτρέπει ένα απόγευμα να μπουν μέσα για λίγο και να «περιηγηθούν» το χώρο με το δικό τους τρόπο. Την προσοχή των παιδιών τραβάει η πτέρυγα με τα αγάλματα της Αναγέννησης, πολλά από τα οποία έχουν κλαπεί. Συγκεκριμένα εντύπωση τους κάνει το άγαλμα του Γουτεμβέργιου ,γύρω από το οποίο κινούνται περίεργες σκιές φωτός. Ένα φως στο μέρος της καρδιάς του αγάλματος, τη στιγμή που αυτό ζωντανεύει… ενώ κομμάτι της ζώνης του πέφτει στα χέρια των παιδιών .Μια φωνή «Σώστε τη ζώνη! Σώστε την τέχνη» αναστατώνει τα παιδιά. Φεύγουν τρομαγμένα αλλά καθώς κλείνουν τα φώτα ένας μοχλός τους μεταφέρει στην Αναγέννηση, όπου θα επισκεφτούν διαφορετικές πόλεις της Ευρώπης, αναζητώντας τα κομμάτια της ζώνης, γιατί μόνο έτσι θα βρουν τα χαμένα αγάλματα του μουσείου. Στη συνέχεια θα προστεθεί στην παρέα τους ένα κορίτσι που θα έχει οδηγό ένα καναρίνι . Περνώντας από τη χώρα των κάστρων, των ονείρων, των δέντρων, των πηγαδιών και των φαραγγιών θα αναζητήσουν και θα βρουν σπουδαίες προσωπικότητες της Αναγέννησης (Σαίξπηρ, Μπρουνελέσκι, Ντα Βίντσι, Θερβάντες, Μποτιτσέλι κ.α) και θα καταφέρουν να βρουν τα χαμένα κομμάτια της ζώνης, στέλνοντας έτσι το δικό τους μήνυμα για την Τέχνη και τον Πολιτισμό.

11. Βλέποντας μέσα από τρεις ματιές
Σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε το θέμα ενός δωδεκάχρονου Σύριου μετανάστη, του Χαντ, που έρχεται ως πρόσφυγας στην Ελλάδα. Μέσα από τρία ημερολόγια και τρεις διαφορετικές ματιές ο Χαντ, ο Αντρέας και ο Νίκος παρουσιάζουν μέσα από την δική τους οπτική γωνία ο καθένας την προσφυγιά, την μετανάστευση, τον ρατσισμό και την κοινωνική ανισότητα.
Τρία ημερολόγια, βασισμένα σε τρεις διαφορετικές απόψεις για την σημερινή κατάσταση στη Συρία, στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη. Ο Χαντ ταξίδεψε μέρες μέσα σε στεριά και θάλασσα, για να φτάσει στην προκυμαία της Λέσβου και παρουσιάζει τις δυσκολίες που πέρασε και περνάει ακόμα. Ο Αντρέας δεν βλέπει με την ίδια οπτική το θέμα της μετανάστευσης και πιστεύει ότι όλοι οι μετανάστες πρέπει να γυρίσουν πίσω στις πατρίδες τους. Ο Νίκος τέλος είναι πιο ευαισθητοποιημένος σε θέματα κοινωνικής ανισότητας και ρατσισμού και είναι ο <<φύλακας άγγελος>> του Χαντ στην Ελλάδα. Τον στηρίζει, τον βοηθάει στο σχολείο με τα μαθήματα και με την ελληνική γλώσσα και τον γνωρίζει στους φίλους του, για να μην νιώθει μόνος. Και τα τρία παιδιά είναι συμμαθητές στο ίδιο σχολείο, και πηγαίνουν στην ΣΤ’ τάξη.
Στο τέλος, ο Χαντ έχει άμεση ανάγκη μιας σοβαρής επέμβασης, λόγω ενός αυτοκινητιστικού ατυχήματος και χρειάζεται χρήματα, για να νοσηλευτεί και να χειρουργηθεί στο εξωτερικό. Όλοι οι συμμαθητές, ακόμη και ο Αντρέας βοηθούν στην συλλογή του χρηματικού ποσού. Η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια πρωταγωνιστούν για μια ακόμα φορά.

15. Αγάπη και επιμονή.
Ο Γιάννης και η Ελένη είναι δύο παιδιά που ζουν σε μια κωμόπολη της Ηπείρου, τις Φιλιάτες. Είναι δυο παιδιά με προβλήματα υγείας. Ο Γιάννης έχει κινητική αναπηρία και η Ελένη έχει νοητική στέρηση (σύνδρομο Down). Στην ομάδα των δύο φίλων είναι και ο Σαχίρ, ένα παιδί από το Πακιστάν που ήρθε φέτος στο σχολείο.
Όλοι μαζί πηγαίνουν στην πέμπτη τάξη του 1ου Δημοτικού Σχολείου Φιλιατών. Κάθε μέρα όμως αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα από άλλη μία παρέα παιδιών, τον Κωνσταντίνο, τον Στέλιο και τη Μαρία που τους κοροϊδεύουν και τους ενοχλούν συνέχεια, στην τάξη τους πειράζουν κρυφά, στο διάλειμμα τους βρίζουν και τους χτυπούν, στο δρόμο για το σπίτι κάθε μεσημέρι τους παίρνουν από πίσω.
Ο δάσκαλος της Πέμπτης, ο κύριος Χρήστος, εργάζεται εθελοντικά τα απογεύματα στο νοσοκομείο της πόλης βοηθώντας τα μικρά άρρωστα παιδιά. Έχει αντιληφθεί ότι τα παιδιά έχουν πρόβλημα, παρόλο που εκείνα δεν το δέχτηκαν όταν τα ρώτησε και προσπαθεί να τα βοηθήσει. Έτσι θέλει να ετοιμάσει μία θεατρική παράσταση για το τέλος της σχολικής χρονιάς και να παίξουν όλα τα παιδιά μαζί.
Ο Γιάννης και η Ελένη ελπίζουν να πάρουν έστω και ένα μικρό ρόλο. Οι ακροάσεις γίνονται και πραγματικά, ο Γιάννης παίρνει έναν αρκετά σημαντικό ρόλο και η Ελένη έναν μικρότερο, αλλά της αρκεί! Ο Σαχίρ θα βοηθήσει στην κατασκευή των σκηνικών. Τα τρία παιδιά είναι πολύ χαρούμενα αλλά η χαρά τους δεν κράτησε πολύ αφού μόλις βγήκαν από την πόρτα του σχολείου τους περίμενε η παρέα του Κωνσταντίνου.
Τους πήραν από πίσω και άρχισαν να κάνουν ειρωνικά σχόλια για τα τρία παιδιά και να τα κοροϊδεύουν. Ο Γιάννης τους αντιμίλησε κι εκείνοι με δύναμη έσπρωξαν το καροτσάκι του με αποτέλεσμα να πέσει κάτω. Έφυγαν τρέχοντας και γελώντας. Η Ελένη κι ο Σαχίρ βοήθησαν τον Γιάννη να σηκωθεί και συμφώνησαν ότι έπρεπε πια να μιλήσουν σε κάποιον για το πρόβλημά τους.
Το επόμενο μεσημέρι ο Κωνσταντίνος έφυγε από το σχολείο μόνος με το ποδήλατό του αλλά ……….
Τι έπαθε ο Κωνσταντίνος; Πώς αναμίχθηκαν τα παιδιά σ’ αυτό; Ποιος ήταν ο ρόλος του δασκάλου; Ποια γεγονότα ακολούθησαν; Θα λυθεί το πρόβλημα των παιδιών; Θα αλλάξει η στάση του Κωνσταντίνου και της παρέας του; Θα πραγματοποιηθεί η θεατρική παράσταση;
Με αγάπη και επιμονή μπορούμε να καταφέρουμε να γλυκάνουμε τις καρδιές των ανθρώπων. Να τους κάνουμε να καταλάβουν πως ο καθένας από μας έχει τη δική του υπόσταση και αξία. Με αγάπη και επιμονή, όλοι μαζί μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας πιο όμορφη, πιο ανθρώπινη και να έχουμε δίπλα μας ανθρώπους που θα μας αγαπάνε πραγματικά.

16. Το χαμένο ημερολόγιο.
Στο σχολείο του Βασίλη, σ’ ένα λαϊκό προάστιο της Αθήνας έρχονται δύο καινούρια παιδιά η Σάντρα, άριστη στα Μαθηματικά και ο δίδυμος αδερφός της, ο Μαξ, άριστος στο… μποξ. Τα δύο παιδιά μαζί με την οικογένειά τους μετακόμισαν πρόσφατα από το αριστοκρατικό τους σπίτι. Στο καινούριο σχολείο τα δύο αδέρφια δεν αισθάνονται και τόσο άνετα με αποτέλεσμα να φέρονται σαν κακομαθημένα.
Ένα κυριακάτικο πρωινό ο Βασίλης ανακαλύπτει τυχαία ένα γαλάζιο ημερολόγιο με τίτλο «Τα όνειρά μου». Εντυπωσιασμένος καλεί τους φίλους του και τους ενημερώνει για το εύρημά του. Στην πρώτη του σελίδα το ημερολόγιο γράφει:
Αυτό το ημερολόγιο έχει γραφτεί από τον πατέρα και παππού Βασίλη Παπαδόπουλο. Εδώ καταγράφονται διάφορα συμβάντα, όνειρα και επιθυμίες που δεν πραγματοποιήθηκαν ΠΟΤΕ!
Διαβάζοντας το ημερολόγιο τα παιδιά ανακαλύπτουν πως ο ιδιοκτήτης του, είναι ο παππούς της Σάντρας και του Μαξ.
Στην αρχή θα προσπαθήσουν να… εκμεταλλευθούν όσα μαθαίνουν μέσα από το ημερολόγιο για τα δύο «κακομαθημένα παιδιά». Όμως καθώς συνεχίζουν να το διαβάζουν ανακαλύπτουν την απέραντη αγάπη του παππού Βασίλη για τα δυο του εγγόνια και μαθαίνουν για τα όνειρά που ποτέ του δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει.
Αυτό αλλάζει τα δεδομένα, τα παιδιά γνωρίζονται καλύτερα και αποφασίζουν να συνεργαστούν για να πραγματοποιήσουν κάποια από τα ανεκπλήρωτα όνειρα του παππού Βασίλη.